Σοπέν, Φρειδερίκος Φραγκίσκος

Σοπέν, Φρειδερίκος Φραγκίσκος
(Chopin). Πολωνός συνθέτης και πιανίστας (Ζελάζοβα Βόλα 1810 - Παρίσι 1849). Αποκάλυψε πολύ νωρίς το μουσικό του ταλέντο και άρχισε γρήγορα τη μελέτη του πιάνου - του οργάνου της προτίμησης του, στο οποίο κυρίως αφιέρωσε την ιδιοφυΐα του - κι έκανε την πρώτη του δημόσια εμφάνιση σε ηλικία 8 ετών. Αφού κατάκτησε τη συμπάθεια των αριστοκρατικών σαλονιών, στα οποία επιβλήθηκε ως πιανίστας και συνθέτης, ο Σ. στα 14 του χρόνια έγινε δεκτός στο μουσικό Λύκειο της Βαρσοβίας, που το διεύθυνε ο γηραιός μαέστρος Γιόζεφ Έλσνερ (1769-1854), ο οποίος έγινε με τον καιρό ο δάσκαλος, ο αφοσιωμένος φίλος και ο πρώτος που εκτίμησε με επίγνωση τη μουσική τέχνη του μαθητή του. Η σοφία και η πείρα του Έλσνερ, που σε προχωρημένη ηλικία μπόρεσε να παρακολουθήσει ολόκληρη την παραβολή που διέγραψε ο Σ., βοήθησαν πολύ το νεαρό μουσικό, τον οποίο ο ίδιος μαέστρος, ύστερα από τρία χρόνια σπουδών, χαρακτήρισε ως «μουσική μεγαλοφυία». Στη μουσική του καλλιέργεια ο Σ. πρόσθεσε και τη γνώση της πολωνικής ιστορίας και λογοτεχνίας, που μελέτησε με πάθος και της οποίας η παρουσία έμεινε πάντα ζωντανή στην τέχνη του. Ο Σ. αγάπησε πράγματι τη μουσική σαν μια δύναμη του πολιτισμού, που κάνει πάντα αισθητή την παρουσία της στη ζωή του και στα έργα του σε μια βαθιά ενότητα ενδιαφερόντων και με μια βαθιά ηθική συνείδηση. Όταν τελείωσε στις σπουδές του το 1827, ο Σ. πλάτυνε τον κύκλο των γνώσεων του μ’ ένα ταξίδι στο Βερολίνο κι έπειτα στη Βιέννη, όπου σημείωσε θριαμβευτικές επιτυχίες ως πιανίστας και ως συνθέτης. Ξαναπήγε στη Βιέννη το 1830, όπου έμεινε ένα χρόνο περίπου, αναγκασμένος να μένει εκεί από τα ιστορικά και πολιτικά γεγονότα της Πολωνίας. Το πατριωτικό αίσθημα, που ενέπνεε πάντοτε τη μουσική του, τον έκανε να αποκρούει συνεχώς τις έννοιες του κοσμοπολίτικου συμβιβασμού, από τον οποίο προτίμησε το χαρακτηρισμό του «επαναστάτη» μουσικού. Η πτώση της Βαρσοβίας και το δράμα της πατρίδας του βρήκαν αντανάκλαση, σ’ εκείνη την περίοδο, στην περίφημη Σπουδή έργ. 10, αρ. 12, δεμένη για πάντα με την ιστορία της Πολωνίας. Στην πατρίδα του είναι επίσης αφιερωμένες, σε όλη την πλουσιότατη κλίμακα των εκφραστικών τους κινήσεων, οι πολυάριθμες μαζούρκες και οι πολωνέζες, που έχει συνθέσει σε διάφορες περιόδους της ζωής του και αποτελούν το ενιαίο και ηρωικό στοιχείο της έμπνευσης του Σοπέν. Αφήνοντας τη Βιέννη, όπου δε συνάντησε τους ενθουσιασμούς της πρώτης του διαμονής, ο Σ. εγκαταστάθηκε το 1831 στο Παρίσι, όπου έμεινε μερικά χρόνια και όπου έγινε δεκτός ως ο πρωταγωνιστής της μουσικής ιστορίας εκείνων των χρόνων, από τις πιο διάσημες προσωπικότητες της εποχής: Μπερλιόζ, Χίλερ, Πλεγέλ, Λιστ, μέσω των οποίων κέρδισε την εκτίμηση και της ανώτερης παρισινής κοινωνίας. Οι πολυάριθμες προτάσεις για μαθήματα και για συναυλίες του εξασφάλισαν μια κάποια οικονομική άνεση και η έκδοση των συνθέσεων του, εμπνευσμένων τώρα από ένα λεπτό ερωτικό αίσθημα για τη Μαρία Βιοτζίνσκα, μια κοπελίτσα υψηλής κοινωνικής σειράς, που ωστόσο δεν μπόρεσε να παντρευτεί, όχι μόνο για λόγους κοινωνικής σειράς αλλά και εξαιτίας της επισφαλούς υγείας του. Η αισθηματική του περιπέτεια έληξε με την καταφυγή του στις φροντίδες και στη στοργή της Γεωργίας Σάνδη, την οποία ακολούθησε στη Μαγιόρκα κι έπειτα στη Βαρκελώνη και στη Μασσαλία όπου έμεινε για ένα διάστημα το 1839. Στην περίοδο αυτή ανάγονται μερικές από τις πιο σημαντικές συνθέσεις του Σ., όπως τα πρελούδια, η Μπαλάτα έργ. 38, οι Δύο Πολωνέζες έργ. 40, οι Τέσσερις μαζούρκες έργ. 41. Μετά την επιστροφή του στο Παρίσι, πέρασε από το 1839 ως το 1845, τα πιο έντονα χρόνια της ζωής του, παραμένοντας πάντα στο κέντρο της ευρωπαϊκής προσοχής. Οι οικογενειακές περιπέτειες της Σάνδη, ο ανεξάρτητος χαρακτήρας του μουσουργού και τα σοβαρά συμπτώματα της φυματίωσης τον οδήγησαν και πάλι στη μοναξιά. Μετά την απομάκρυνση του από το περιβάλλον της Σάνδη, πήγε στη Μ. Βρετανία, όπου, πιεζόμενος από οικονομικές δυσχέρειες, έδωσε τις τελευταίες συναυλίες της ζωής του, στις οποίες εξάντλησε τις καταπονημένες ήδη φυσικές του δυνάμεις. Όταν ξαναγύρισε στο Παρίσι, τον Ιανουάριο του 1849, η γενναία οικονομική συνδρομή των φίλων του δεν ήταν αρκετή για να αποκαταστήσει την υγεία του μουσικού, που βάδιζε αμείλικτα προς το τέλος. Ο θρήνος για το χαμό του Σ., ήταν ομόθυμος, όπως ομόθυμη εξάλλου ήταν η εκτίμηση και η συμπάθεια που του πρόσφεραν οι διασημότερες μουσικές προσωπικότητες του ευρωπαϊκού πολιτισμού: από το Λιστ ως το Χάυδν, από το Σούμαν ώς τον Μπραμς και το Βάγκνερ. Από τις πιο αντιπροσωπευτικές συνθέσεις της μεγαλοφυίας του, Σ. είναι οι 14 πολωνέζες, 56 μαζούρκες, 27 σπουδές, 4 μπαλάτες, 3 σονάτες, 17 βαλς, 20 νυκτερινά, 26 πρελούδια, η περίφημη Βαρκαρόλα έργ. 60, 2 κοντσέρτα για πιάνο και ορχήστρα και πολλές άλλες σελίδες για πιάνο, για τραγούδι και για όργανα. Κυρίως στο πιάνο ο Σ. αφιέρωσε το μεγαλείο και την πρωτοτυπία της ιδιοφυΐας του. Με τον ίδιο τρόπο με τον οποίο έλαβε μέρος στα γεγονότα της ιστορικής ζωής και του πολιτισμού, μένοντας ωστόσο στο περιθώριο, έτσι, δεχόμενος τις πολλαπλές εμπειρίες του μουσικού ρομαντισμού, τις μετέφερε στο πιάνο, που μ’ αυτόν απέκτησε όχι μόνο στην ιστορία της μουσικής, αλλά και στη γενική ιστορία του πολιτισμού, ανυπολόγιστη ανθρωπιστική και καλλιτεχνική σημασία. Αποφεύγοντας τόσο μια εξωτερική δεξιοτεχνία, όσο και μια εξωτερική προσχώρηση στο ρομαντικό κίνημα, ο Σ. απέδειξε την πρωτοτυπία του, όχι με το να ενσωματώνει στις παραδοσιακές μορφές τις εμπειρίες της λαϊκής μουσικής, αλλά και με το να δίνει σ’ αυτές την αξία μιας νέας αυτοδύναμης και τέλειας μουσικής μορφής, μακριά από κάθε υποψία ακαδημαϊσμού, παλλόμενης, ακόμα και στις πιο λεπτές αρμονικές παραλλαγές, από ένα ηρωικό οραματισμό του κόσμου. Προτομή του Φρεντερίκου Σοπέν (φωτ. ΑΠΕ). Ο μεγάλος Πολωνός συνθέτης Σοπέν σε προσωπογραφία του Ανρί Σεφέρ, της εποχής του δεσμού του με τη Γεωργία Σάνδη. (Μουσείο Βερσαλλιών, Παρίσι).

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”